Η επιλεκτική αλαλία (παλαιότερα γνωστή ως εκλεκτική αλαλία) συμβαίνει συνήθως κατά την παιδική ηλικία. Ένα παιδί με επιλεκτική αλαλία δεν μιλάει σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως στο σχολείο, αλλά μιλάει σε άλλες χρονικές στιγμές, όπως στο σπίτι ή με φίλους. Η επιλεκτική αλαλία συχνά ξεκινά πριν ένα παιδί φθάσει στην ηλικία των 5 ετών. Συνήθως παρατηρείται για πρώτη φορά όταν το παιδί αρχίζει το σχολείο.
Χαρακτηριστικά της επιλεκτικής αλαλίας
Χαρακτηριστικά της επιλεκτικής αλαλίας
- επανειλημμένη αποτυχία του παιδιού να μιλήσει σε συγκεκριμένες κοινωνικές περιστάσεις (στις οποίες υπάρχει προσδοκία για ομιλία, όπως στο σχολείο), παρά την ομιλία σε άλλες περιπτώσεις.
- απουσία λεκτικής αλληλεπίδρασης στο σχολείο, στην εργασία ή στην κοινωνική συναναστροφή.
- διαρκεί τουλάχιστον 1 μήνα (δεν περιορίζεται στον πρώτο μήνα του σχολείου).
- η αποτυχία να μιλήσει δεν οφείλεται στην έλλειψη γνώσης ή άνεσης με την ομιλούμενη γλώσσα που απαιτείται στην αντίστοιχη κοινωνική περίσταση
- δεν εμφανίζεται αποκλειστικά κατά την διάρκεια της εξέλιξης μιας διάχυτης αναπτυξιακής διαταραχής, σχιζοφρένειας ή άλλη ψυχωτικής διαταραχής.
Τα παιδιά με επιλεκτική αλαλία μπορεί επίσης να εμφανίσουν:
- αγχώδη διαταραχή (π.χ. κοινωνική φοβία)
- υπερβολική ντροπαλότητα
- φόβο ή κοινωνική αμηχανία
- κοινωνική απομόνωση και απόσυρση
Παρέμβαση
Το είδος της παρέμβασης που προσφέρεται από τον λογοθεραπευτή θα διαφέρει ανάλογα με τις ανάγκες του παιδιού και της οικογένειάς του. Η θεραπεία του παιδιού μπορεί να συμπεριλάβει έναν συνδυασμό στρατηγικών και πάλι ανάλογα με τις ατομικές του ανάγκες. Ο λογοθεραπευτής μπορεί να καταρτίσει ένα πρόγραμμα συμπεριφορικής θεραπείας, να επικεντρωθεί σε συγκεκριμένα προβλήματα ομιλίας και γλώσσας και/ή να συνεργαστεί με τους δασκάλους στην τάξη του παιδιού.
Ένα πρόγραμμα συμπεριφορικής θεραπείας μπορεί να περιλαμβάνει τα ακόλουθα:
Το είδος της παρέμβασης που προσφέρεται από τον λογοθεραπευτή θα διαφέρει ανάλογα με τις ανάγκες του παιδιού και της οικογένειάς του. Η θεραπεία του παιδιού μπορεί να συμπεριλάβει έναν συνδυασμό στρατηγικών και πάλι ανάλογα με τις ατομικές του ανάγκες. Ο λογοθεραπευτής μπορεί να καταρτίσει ένα πρόγραμμα συμπεριφορικής θεραπείας, να επικεντρωθεί σε συγκεκριμένα προβλήματα ομιλίας και γλώσσας και/ή να συνεργαστεί με τους δασκάλους στην τάξη του παιδιού.
Ένα πρόγραμμα συμπεριφορικής θεραπείας μπορεί να περιλαμβάνει τα ακόλουθα:
- Εξασθένιση ερεθίσματος: συμμετοχή του παιδιού σε μια χαλαρή κατάσταση με κάποιον που του μιλάει ελεύθερα και στη συνέχεια πολύ ομαλή είσοδο ενός νέου ατόμου μέσα στο δωμάτιο
- Διαμόρφωση: χρήση μιας δομημένης προσέγγισης για την ενίσχυση όλων των προσπαθειών από την πλευρά του παιδιού να επικοινωνήσει, (π.χ. χειρονομίες, ψέλλισμα ή ψιθύρισμα), μέχρι να επιτευχθεί λεκτική επικοινωνία.
- Τεχνική αυτο-προτυποποίησης: Οι βιντεοκασέτες παρέχουν τη δυνατότητα στο παιδί να παρακολουθήσει τον εαυτό του ή τον εαυτό της να εκτελεί την επιθυμητή συμπεριφορά (π.χ. να επικοινωνεί αποτελεσματικά στο σπίτι) για να ενισχυθεί η αυτοπεποίθησή του/της και να μεταφερθεί αυτή η συμπεριφορά στην τάξη ή στο περιβάλλον όπου εμφανίζεται η αλαλία.
Εάν υπάρχουν συγκεκριμένα προβλήματα ομιλίας και γλώσσας, ο λογοθεραπευτής θα:
- εστιαστεί στα προβλήματα που καθιστούν την συμπεριφορά περισσότερο σοβαρή
- χρησιμοποιήσει ρόλους για να βοηθήσει το παιδί να αποκτήσει εμπιστοσύνη μιλώντας σε διαφορετικούς ακροατές σε μια σειρά περιβαλλόντων
- θα βοηθήσει αυτά τα παιδιά που δεν μιλούν, επειδή αισθάνονται ότι η φωνή τους «ακούγεται αστεία».
Η συνεργασία με τους δασκάλους του παιδιού περιλαμβάνει:
- ενθάρρυνση της επικοινωνίας και μείωση του άγχους σχετικά με την ομιλία
- σχηματισμός μικρών, συνεργατικών ομάδων, οι οποίες είναι λιγότερο εκφοβιστικές για το παιδί
- υποβοήθηση του παιδιού στην επικοινωνία του με συνομηλίκους σε μια ομάδα, με την χρήση αρχικά μη-λεκτικών μεθόδων (π.χ. σήματα ή κάρτες) και σταδιακά προσθήκη στόχων που οδηγούν στην ομιλία
- συνεργασία με το παιδί, την οικογένεια και τους εκπαιδευτικούς για τη γενίκευση των διδαγμένων συμπεριφορών επικοινωνίας, σε άλλες περιστάσεις ομιλίας.