Αν το μικρό σας µοιάζει στην κίνηση ή στις αντιδράσεις µε το γνωστό καρτούν, τον Ταζ, το τέρας της Ταζμανίας, µην πανικοβάλλεστε. ∆εν σηµαίνει ότι αντιμετωπίζει πρόβλημα, επειδή απλώς τρέχει σαν τη σβούρα ή ορισµένες φορές είναι ανεξήγητα επιθετικό. Ενδέχεται να αντιδρά µε αυτό τον τρόπο γιατί κάτι του προκαλεί άγχος ή ακόµη γιατί µιµείται εσάς που τρέχετε αγχωµένοι να τα προλάβετε όλα. Είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που ένα παιδί πάσχει από το Σύνδρομο Υπερκινητικότητας-Παρορµητικότητας. Σύµφωνα µε επιδηµιολογικά στοιχεία, µόλις το 3-5% των παιδιών σχολικής ηλικίας αντιµετωπίζουν τέτοιου είδους διαταραχή, µολονότι πολύς λόγος γίνεται για το σύνδρομο.
Οι περιπτώσεις που αναφέρουµε δεν θα πρέπει να σας ανησυχήσουν, γιατί δεν πρόκειται για σύνδροµο. Όπως, ωστόσο, υποστηρίζουν οι ειδικοί, θα πρέπει να προσπαθήσετε να αντιμετωπίσετε τέτοιες συμπεριφορές, ώστε να βοηθήσετε το παιδί να ισορροπήσει. Tο παιδί μπορεί να είναι υπερδραστήριο επειδή:
● Μιμείται εσάς.
Αν και δεν είναι εύκολο να αλλάξετε, τουλάχιστον θα πρέπει να προσπαθήσετε να ελέγξετε το άγχος σας. Θα κάνει καλό και σε εσάς και στο µικρό σας.
● Είναι υπερβολικά δεμένο συναισθηµατικά µαζί σας και δεν µπορεί να συνηθίσει την καινούργια πραγµατικότητα του παιδικού σταθµού ή του σχολείου.
Θα το βοηθήσετε να προσαρµοστεί πιο εύκολα στη νέα κατάσταση, αν το πείσετε ότι θα συνεχίσετε να είστε δίπλα του, σε όποια οµάδα κι αν ενταχθεί.
● Νιώθει ότι το παραµελείτε και θέλει να τραβήξει την προσοχή σας.
: Αφιερώστε στο παιδί περισσότερο χρόνο.
● Στενοχωριέται επειδή καυγαδίζετε συνέχεια µε το/τη σύντροφό σας και εκδηλώνεται με αυτό τον τρόπο.
Η λύση δεν είναι εύκολη, πρέπει όμως να προσπαθήσετε τουλάχιστον να αποφεύγετε κατά το δυνατόν τις συγκρούσεις μπροστά του.
Υπάρχουν συμπεριφορές που µπορεί να μαρτυρούν την ύπαρξη μιας παθολογίας, γεγονός που σημαίνει ότι, αν υποπέσουν στην αντίληψή σας, θα πρέπει να πάτε το παιδί σας στο γιατρό. Ανάλογα µε την ηλικία του παιδιού, δώστε προσοχή και συμβουλευτείτε ειδικό όταν:
● Είναι πολύ ζωηρό, περπατά και κινείται άτσαλα (έλλειψη συντονισµού).
Πρέπει φυσικά να έχει αποκλειστεί η περίπτωση να αντιδρά µε αυτό τον τρόπο επειδή είναι κακοµαθημένο ή νιώθει ανασφάλεια.
● ∆εν μπορεί να ενταχθεί στη λογική της ομάδας, με αποτέλεσμα να έχει προβλήµατα στις σχέσεις του µε τους συµµαθητές του και τους εκπαιδευτικούς. Ειδικότερα, μπορεί: › Να είναι επιθετικό. › Να μην μπορεί να καθίσει όση ώρα απαιτείται στο θρανίο. › Να µην υπακούει σε κανόνες και να είναι πολύ παρορμητικό. › Να µη συμμετέχει σε σχολικές δραστηριότητες εκτός μαθήματος. › Να αντιμετωπίζει δυσκολίες στο σχολείο. Σε αυτή την περίπτωση, είτε παρουσιάζει αδυναμία συγκέντρωσης, με αποτέλεσµα να μην μπορεί να παρακολουθήσει το μάθηµα και να μελετήσει, είτε δυσκολεύεται να διαβάσει ή να γράψει. › Επίσης, έχει παρατηρηθεί ότι ορισµένα υπερκινητικά παιδιά, στην ηλικία του ενός-ενάμισι έτους, κοιμούνται λίγο, αντιδρούν και κινούν τα πόδια και τα χέρια τους νευρικά, έχουν πολλούς κολικούς και αυτά τα συμπτώματα δεν υποχωρούν όσο μεγαλώνουν.
Προκειµένου ο ειδικός -αρχικά ο παιδίατρος και στη συνέχεια ο παιδοψυχίατρος ή ο παιδοψυχολόγος- να καταλήξει στο εάν το παιδί πάσχει ή όχι από το Σύνδροµο Ελλειµµατικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας, θα πρέπει: › Να πάρει λεπτοµερές ιατρικό ιστορικό του παιδιού. › Να συνθέσει πληροφορίες που προέρχονται από τους γονείς και τους δασκάλους. › Να εξακριβώσει αν τα συγκεκριµένα συµπτώµατα οφείλονται σε προβλήµατα όπως: επιληψία, διαταραχές λόγου (δυσαρθρία, τραυλισµός) ή αυτισµό. › Να «χτίσει» µια καλή πρoσωπική επικoινωνία µε τo παιδί. › Να εξετάσει, αν το παιδί παρου-σιάζει συµπτώµατα του συνδρόµου, µε βάση καθορισµένα διαγνωστικά κριτήρια.
Μέχρι σήμερα δεν έχουν αποσαφηνιστεί οι ακριβείς αιτίες του Συνδρόµου Ελλειµµατικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας. Ορισµένοι επιστήµονες υποστηρίζουν ότι οφείλεται σε νευρολογική διαταραχή (οι νευροδιαβιβαστές του εγκεφάλου δεν µεταβιβάζουν µηνύµατα από το ένα κύτταρο στο άλλο, µε αποτέλεσµα το παιδί να µην µπορεί να ελέγξει τις παρορµήσεις του, να έχει προβλήµατα συγκέντρωσης και να είναι υπερκινητικό). Άλλοι ειδικοί θεωρούν ότι προκαλείται από ψυχολογικούς παράγοντες. ∆ηλαδή, µπορεί κάποιος να σωµατοποιεί άσχηµα συναισθήµατα, επειδή έχει βιώσει δυσάρεστες εµπειρίες (ασθένεια, χωρισμό) ή γενικά νιώθει πολύ άγχος και εκδηλώνεται µε νευρικότητα. Υπάρχει, όµως, και η άποψη ότι το σύνδροµο είναι αποτέλεσμα συνδυασµού παραγόντων που µπορεί και να διαφέρουν κατά περίπτωση. Έχει πάντως παρατηρηθεί ότι το σύνδροµο έχει κληρονοµική βάση. Όταν, δηλαδή, ο ένας γονέας πάσχει από το σύνδροµο, το παιδί έχει περισσότερες πιθανότητες να νοσήσει.
Θα πρέπει να απευθυνθείτε σε παιδο-ψυχίατρο ή παιδοψυχολόγο, ο οποίος θα σας ενηµερώσει για τη φύση του προβλήµατος. Επιπλέον, θα σας κατευθύνει (συμβουλευτική γονέων), ώστε να βοηθήσετε το παιδί σας να λειτουργεί καλύτερα και να γίνει πιο υπεύθυνο. Επίσης, θα εκπαιδεύσει το παιδί, προκειµένου να αποκτήσει την αίσθηση του μέτρου και της οργάνωσης και να τροποποιήσει τη συμπεριφορά του προς το καλύτερο.
Μόνο όταν το παιδί αντιμετωπίζει πολύ σοβαρό πρόβληµα. ∆ηλαδή, όταν εµφανίζει συµπτώµατα όπως: συνεχείς κρίσεις πανικού, έντονη νευρικότητα, κατάθλιψη, τα οποία δεν υποχωρούν αισθητά και επιπλέον δηµιουργούν προβλήματα στην καθηµερινότητά του, παρά το γεγονός ότι τόσο εκείνο όσο και οι γονείς του παρακολουθούνται από ειδικό.
Οι ειδικοί υποστηρίζουν πως όχι. Ωστόσο, εάν πρόκειται για ένα σχετικά ήπιο πρόβληµα, µε την κατάλληλη θεραπεία και τη βοήθεια της οικογένειας τα συμπτώματα θα υποχωρήσουν σηµαντικά και το άτοµο θα μάθει να λειτουργεί καλύτερα και να διαχειρίζεται τις αδυναμίες και τα προβλήματά του αποτελεσματικότερα.
Τα αγόρια εµφανίζουν συχνότερα συµπτώµατα υπερκινητικότητας και µάλιστα κατά την προσχολική ηλικία, επειδή, σύµφωνα µε τους ειδικούς, από τη φύση τους είναι πιο δραστήρια. Τα κορίτσια, επειδή είναι πιο «κλειστά» και λιγότερο δραστήρια, εκδηλώνουν κυρίως συµπτώµατα διάσπασης προσοχής στη σχολική και την προεφηβική ηλικία.
Τα διαγνωστικά κριτήρια που χρησιµοποιούνται διεθνώς και έχει καθορίσει η Αµερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία για το Σύνδροµο Υπερκινητικότητας-Παρορµητικότητας είναι τα εξής:
1 Το παιδί κινεί συνέχεια νευρικά τα άκρα τoυ ή στριφoγυρίζει στη θέση τoυ.
2 Πηγαινοέρχεται ασταµάτητα.
3 ∆εν κάθεται πολλή ώρα σε µια καρέκλα ή στο θρανίο.
4 Τρέχει και πηδά χωρίς λόγo και µάλιστα όταν δεν επιτρέπεται.
5 Συχνά δεν µπορεί να παίζει ήσυχα ή µόνο του.
6 Μιλά ασταµάτητα.
7 Είναι ανυπόµονο, διακόπτει συνέχεια τη συζήτηση ή το παιχνίδι και απαντά πριν ολοκληρωθεί η ερώτηση που του κάνουν.
Σε αρκετές περιπτώσεις, τα παιδιά που πάσχουν από το Σύνδροµο Υπερκινητικότητας-Παρορµητικότητας, πάσχουν ταυτόχρονα και από το λεγόµενο Σύνδροµο Έλλειψης Προσοχής Συγκέντρωσης, για αυτό και ιατρικά το σύνδροµο είναι γνωστό ως Σύνδροµο Ελλειµµατικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας. Επίσης, υπάρχει ενδεχόµενο το παιδί να πάσχει µόνο από το Σύνδροµο Ελλειµµατικής Προσοχής. Για να διαπιστώσει ο γιατρός εάν το παιδί πάσχει από τη συγκεκριµένη διαταραχή, θα εξετάσει, µεταξύ άλλων, αν το παιδί εµφανίζει συµπτώµατα, όπως:
α ∆εν πρoσέχει τις λεπτoµέρειες.
β ∆υσκoλεύεται να ακολουθήσει ή δεν ακολουθεί καν κανόνες-οδηγίες εργασίας ή παιχνιδιoύ.
γ Φαίνεται ότι δεν ακoύει όταν του µιλούν.
δ Χάνει συχνά αντικείµενα.
ε ∆εν συγκεντρώνεται, ξεχνά τις καθηµερινές του υπoχρεώσεις.
› Μόνο όταν παρουσιάζει τουλάχιστον έξι από τα παραπάνω συµπτώµατα.
› Όταν παρουσιάζει τα συµπτώµατα για τουλάχιστον 6 µήνες και η γενικότερη συµπεριφορά του δεν συµβαδίζει µε την ηλικία του.
› Όταν τα συµπτώµατα εκδηλώνονται σε δύο ή περισσότερους χώρους, όπως: στο σχολείο, στο σπίτι, στην κατασκήνωση.
Ευχαριστούμε για τη συνεργασία την κ. Άντα Παπακωνσταντίνου, παιδοψυχίατρο, την κ. ∆ήμητρα Μιχαλοπούλου, ψυχολόγο-οικογενειακή ψυχοθεραπεύτρια, και την κ. Λωρέττα Θωμαΐδου, επίκουρη καθηγήτρια Αναπτυξιακής Παιδιατρικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
http://www.vita.gr/html/ent/211/ent.8211.asp
Οι περιπτώσεις που αναφέρουµε δεν θα πρέπει να σας ανησυχήσουν, γιατί δεν πρόκειται για σύνδροµο. Όπως, ωστόσο, υποστηρίζουν οι ειδικοί, θα πρέπει να προσπαθήσετε να αντιμετωπίσετε τέτοιες συμπεριφορές, ώστε να βοηθήσετε το παιδί να ισορροπήσει. Tο παιδί μπορεί να είναι υπερδραστήριο επειδή:
● Μιμείται εσάς.
Αν και δεν είναι εύκολο να αλλάξετε, τουλάχιστον θα πρέπει να προσπαθήσετε να ελέγξετε το άγχος σας. Θα κάνει καλό και σε εσάς και στο µικρό σας.
● Είναι υπερβολικά δεμένο συναισθηµατικά µαζί σας και δεν µπορεί να συνηθίσει την καινούργια πραγµατικότητα του παιδικού σταθµού ή του σχολείου.
Θα το βοηθήσετε να προσαρµοστεί πιο εύκολα στη νέα κατάσταση, αν το πείσετε ότι θα συνεχίσετε να είστε δίπλα του, σε όποια οµάδα κι αν ενταχθεί.
● Νιώθει ότι το παραµελείτε και θέλει να τραβήξει την προσοχή σας.
: Αφιερώστε στο παιδί περισσότερο χρόνο.
● Στενοχωριέται επειδή καυγαδίζετε συνέχεια µε το/τη σύντροφό σας και εκδηλώνεται με αυτό τον τρόπο.
Η λύση δεν είναι εύκολη, πρέπει όμως να προσπαθήσετε τουλάχιστον να αποφεύγετε κατά το δυνατόν τις συγκρούσεις μπροστά του.
Υπάρχουν συμπεριφορές που µπορεί να μαρτυρούν την ύπαρξη μιας παθολογίας, γεγονός που σημαίνει ότι, αν υποπέσουν στην αντίληψή σας, θα πρέπει να πάτε το παιδί σας στο γιατρό. Ανάλογα µε την ηλικία του παιδιού, δώστε προσοχή και συμβουλευτείτε ειδικό όταν:
● Είναι πολύ ζωηρό, περπατά και κινείται άτσαλα (έλλειψη συντονισµού).
Πρέπει φυσικά να έχει αποκλειστεί η περίπτωση να αντιδρά µε αυτό τον τρόπο επειδή είναι κακοµαθημένο ή νιώθει ανασφάλεια.
● ∆εν μπορεί να ενταχθεί στη λογική της ομάδας, με αποτέλεσμα να έχει προβλήµατα στις σχέσεις του µε τους συµµαθητές του και τους εκπαιδευτικούς. Ειδικότερα, μπορεί: › Να είναι επιθετικό. › Να μην μπορεί να καθίσει όση ώρα απαιτείται στο θρανίο. › Να µην υπακούει σε κανόνες και να είναι πολύ παρορμητικό. › Να µη συμμετέχει σε σχολικές δραστηριότητες εκτός μαθήματος. › Να αντιμετωπίζει δυσκολίες στο σχολείο. Σε αυτή την περίπτωση, είτε παρουσιάζει αδυναμία συγκέντρωσης, με αποτέλεσµα να μην μπορεί να παρακολουθήσει το μάθηµα και να μελετήσει, είτε δυσκολεύεται να διαβάσει ή να γράψει. › Επίσης, έχει παρατηρηθεί ότι ορισµένα υπερκινητικά παιδιά, στην ηλικία του ενός-ενάμισι έτους, κοιμούνται λίγο, αντιδρούν και κινούν τα πόδια και τα χέρια τους νευρικά, έχουν πολλούς κολικούς και αυτά τα συμπτώματα δεν υποχωρούν όσο μεγαλώνουν.
Προκειµένου ο ειδικός -αρχικά ο παιδίατρος και στη συνέχεια ο παιδοψυχίατρος ή ο παιδοψυχολόγος- να καταλήξει στο εάν το παιδί πάσχει ή όχι από το Σύνδροµο Ελλειµµατικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας, θα πρέπει: › Να πάρει λεπτοµερές ιατρικό ιστορικό του παιδιού. › Να συνθέσει πληροφορίες που προέρχονται από τους γονείς και τους δασκάλους. › Να εξακριβώσει αν τα συγκεκριµένα συµπτώµατα οφείλονται σε προβλήµατα όπως: επιληψία, διαταραχές λόγου (δυσαρθρία, τραυλισµός) ή αυτισµό. › Να «χτίσει» µια καλή πρoσωπική επικoινωνία µε τo παιδί. › Να εξετάσει, αν το παιδί παρου-σιάζει συµπτώµατα του συνδρόµου, µε βάση καθορισµένα διαγνωστικά κριτήρια.
Μέχρι σήμερα δεν έχουν αποσαφηνιστεί οι ακριβείς αιτίες του Συνδρόµου Ελλειµµατικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας. Ορισµένοι επιστήµονες υποστηρίζουν ότι οφείλεται σε νευρολογική διαταραχή (οι νευροδιαβιβαστές του εγκεφάλου δεν µεταβιβάζουν µηνύµατα από το ένα κύτταρο στο άλλο, µε αποτέλεσµα το παιδί να µην µπορεί να ελέγξει τις παρορµήσεις του, να έχει προβλήµατα συγκέντρωσης και να είναι υπερκινητικό). Άλλοι ειδικοί θεωρούν ότι προκαλείται από ψυχολογικούς παράγοντες. ∆ηλαδή, µπορεί κάποιος να σωµατοποιεί άσχηµα συναισθήµατα, επειδή έχει βιώσει δυσάρεστες εµπειρίες (ασθένεια, χωρισμό) ή γενικά νιώθει πολύ άγχος και εκδηλώνεται µε νευρικότητα. Υπάρχει, όµως, και η άποψη ότι το σύνδροµο είναι αποτέλεσμα συνδυασµού παραγόντων που µπορεί και να διαφέρουν κατά περίπτωση. Έχει πάντως παρατηρηθεί ότι το σύνδροµο έχει κληρονοµική βάση. Όταν, δηλαδή, ο ένας γονέας πάσχει από το σύνδροµο, το παιδί έχει περισσότερες πιθανότητες να νοσήσει.
Θα πρέπει να απευθυνθείτε σε παιδο-ψυχίατρο ή παιδοψυχολόγο, ο οποίος θα σας ενηµερώσει για τη φύση του προβλήµατος. Επιπλέον, θα σας κατευθύνει (συμβουλευτική γονέων), ώστε να βοηθήσετε το παιδί σας να λειτουργεί καλύτερα και να γίνει πιο υπεύθυνο. Επίσης, θα εκπαιδεύσει το παιδί, προκειµένου να αποκτήσει την αίσθηση του μέτρου και της οργάνωσης και να τροποποιήσει τη συμπεριφορά του προς το καλύτερο.
Μόνο όταν το παιδί αντιμετωπίζει πολύ σοβαρό πρόβληµα. ∆ηλαδή, όταν εµφανίζει συµπτώµατα όπως: συνεχείς κρίσεις πανικού, έντονη νευρικότητα, κατάθλιψη, τα οποία δεν υποχωρούν αισθητά και επιπλέον δηµιουργούν προβλήματα στην καθηµερινότητά του, παρά το γεγονός ότι τόσο εκείνο όσο και οι γονείς του παρακολουθούνται από ειδικό.
Οι ειδικοί υποστηρίζουν πως όχι. Ωστόσο, εάν πρόκειται για ένα σχετικά ήπιο πρόβληµα, µε την κατάλληλη θεραπεία και τη βοήθεια της οικογένειας τα συμπτώματα θα υποχωρήσουν σηµαντικά και το άτοµο θα μάθει να λειτουργεί καλύτερα και να διαχειρίζεται τις αδυναμίες και τα προβλήματά του αποτελεσματικότερα.
Τα αγόρια εµφανίζουν συχνότερα συµπτώµατα υπερκινητικότητας και µάλιστα κατά την προσχολική ηλικία, επειδή, σύµφωνα µε τους ειδικούς, από τη φύση τους είναι πιο δραστήρια. Τα κορίτσια, επειδή είναι πιο «κλειστά» και λιγότερο δραστήρια, εκδηλώνουν κυρίως συµπτώµατα διάσπασης προσοχής στη σχολική και την προεφηβική ηλικία.
Τα διαγνωστικά κριτήρια που χρησιµοποιούνται διεθνώς και έχει καθορίσει η Αµερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία για το Σύνδροµο Υπερκινητικότητας-Παρορµητικότητας είναι τα εξής:
1 Το παιδί κινεί συνέχεια νευρικά τα άκρα τoυ ή στριφoγυρίζει στη θέση τoυ.
2 Πηγαινοέρχεται ασταµάτητα.
3 ∆εν κάθεται πολλή ώρα σε µια καρέκλα ή στο θρανίο.
4 Τρέχει και πηδά χωρίς λόγo και µάλιστα όταν δεν επιτρέπεται.
5 Συχνά δεν µπορεί να παίζει ήσυχα ή µόνο του.
6 Μιλά ασταµάτητα.
7 Είναι ανυπόµονο, διακόπτει συνέχεια τη συζήτηση ή το παιχνίδι και απαντά πριν ολοκληρωθεί η ερώτηση που του κάνουν.
Σε αρκετές περιπτώσεις, τα παιδιά που πάσχουν από το Σύνδροµο Υπερκινητικότητας-Παρορµητικότητας, πάσχουν ταυτόχρονα και από το λεγόµενο Σύνδροµο Έλλειψης Προσοχής Συγκέντρωσης, για αυτό και ιατρικά το σύνδροµο είναι γνωστό ως Σύνδροµο Ελλειµµατικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας. Επίσης, υπάρχει ενδεχόµενο το παιδί να πάσχει µόνο από το Σύνδροµο Ελλειµµατικής Προσοχής. Για να διαπιστώσει ο γιατρός εάν το παιδί πάσχει από τη συγκεκριµένη διαταραχή, θα εξετάσει, µεταξύ άλλων, αν το παιδί εµφανίζει συµπτώµατα, όπως:
α ∆εν πρoσέχει τις λεπτoµέρειες.
β ∆υσκoλεύεται να ακολουθήσει ή δεν ακολουθεί καν κανόνες-οδηγίες εργασίας ή παιχνιδιoύ.
γ Φαίνεται ότι δεν ακoύει όταν του µιλούν.
δ Χάνει συχνά αντικείµενα.
ε ∆εν συγκεντρώνεται, ξεχνά τις καθηµερινές του υπoχρεώσεις.
› Μόνο όταν παρουσιάζει τουλάχιστον έξι από τα παραπάνω συµπτώµατα.
› Όταν παρουσιάζει τα συµπτώµατα για τουλάχιστον 6 µήνες και η γενικότερη συµπεριφορά του δεν συµβαδίζει µε την ηλικία του.
› Όταν τα συµπτώµατα εκδηλώνονται σε δύο ή περισσότερους χώρους, όπως: στο σχολείο, στο σπίτι, στην κατασκήνωση.
Ευχαριστούμε για τη συνεργασία την κ. Άντα Παπακωνσταντίνου, παιδοψυχίατρο, την κ. ∆ήμητρα Μιχαλοπούλου, ψυχολόγο-οικογενειακή ψυχοθεραπεύτρια, και την κ. Λωρέττα Θωμαΐδου, επίκουρη καθηγήτρια Αναπτυξιακής Παιδιατρικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
http://www.vita.gr/html/ent/211/ent.8211.asp
Επιστήµονες από το Πανεπιστήµιο UCLA της Καλιφόρνιας και του Aarhus της ∆ανίας υποστηρίζουν ότι οι έγκυοι που χρησιµοποιούν το κινητό 2-3 φορές την ηµέρα αυξάνουν τις πιθανότητες το παιδί τους να παρουσιάσει µέχρι την ηλικία των 7 ετών υπερκινητικότητα, δυσκολίες στην έκφραση των συναισθηµάτων και στις σχέσεις του. Στο συµπέρασµα αυτό κατέληξαν αφού ρώτησαν τις µητέρες 13.159 παιδιών για το εάν χρησιµο-ποιούσαν κινητό κατά την περίοδο της εγκυµοσύνης τους, καθώς και για τη συµπεριφορά των παιδιών τους. Παρατήρησαν, λοιπόν, ότι τα παιδιά των οποίων οι µητέρες χρησι-µοποιούσαν σπάνια ή καθόλου το κινητό είχαν πολύ λιγότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν υπερκινητικότητα.
Ορισµένες χρωστικές ουσίες που περιέχουν τα τρόφιµα µπορούν να επιδεινώσουν τα συµπτώµατα υπερκινητικότητας στα παιδιά, όπως προκύπτει από έρευνα του βρετανικού Πανεπιστηµίου του Southampton, που δηµοσιεύτηκε πρόσφατα στην επιστηµονική επιθεώρηση «The Lancet». Μελέτες σε περισσότερα από 300 παιδιά, ηλικίας 3-9 ετών, έδειξαν σηµαντικές διαφορές στη συµπεριφορά τους µετά την κατανάλωση φρουτοποτών στα οποία οι ερευνητές είχαν προσθέσει συνήθεις χρωστικές ουσίες και ένα συντηρητικό. Η µελέτη, που έγινε για λογαριασµό της βρετανικής Υπηρεσίας Ασφάλειας Τροφίµων, επιβεβαιώνει τα αποτελέσµατα παλαιότερων σχετικών ερευνών.